Home » Αγιά

Αγιά

Οταν ακούει κανείς “Λάρισα”, “νομός Λάρισας”, το μυαλό του πηγαίνει στον κάμπο, τη φοβερή ζέστη και υγρασία – όπως τα περιγράφει ο Καραγάτσης – σιτάρι, βαμβάκι, αγροτιά. Ισως και αγροτικές κινητοποιήσεις, κόμβος “Βιοκαρπέτ”, τρακτέρ, κι από κοντά το Θεσσαλό Τζιμ’  Τζιμάκο του Λαζόπουλου. Η Αγιά, και “η δική μας” και η άλλη, μικρή σχέση έχει μ’ αυτά, κυρίως αυτή της γειτνίασης των 34 χιλιομέτρων.

Η κωμόπολή μας, “αρχοντική” όπως τη χαρακτηρίζουν οι επισκέπτες μας, είναι χτισμένη στους ΝΑ πρόποδες του Κισσάβου και απέχει 12 χιλιόμετρα απ’ την ακτή του Αιγαίου. Τα περισσότερα αγιώτικα κτήματα βρίσκονται στην κοιλάδα ανάμεσα στον Κίσσαβο και το απέναντί μας Μαυροβούνι. Κλήροι μικροί ή μεσαίοι, λίγα μεγάλα κτήματα, άλλα ανήκουν σε παλιές οικογένειες, άλλα πέρασαν σε ελληνικά χέρια κατά την αποχώρηση των Τούρκων μετά το 1881, κι’ άλλα νομιμοποιήθηκαν στα νεότερα χρόνια, δεκαετία ’70 και μετά. Τα χωριά της κοιλάδας, του Δώτιου πεδίου, είναι η Ποταμιά, η Ανάβρα, το Γερακάρι και ο Αετόλοφος. Τα χωριά του Κισσάβου, καταπράσινα και δροσερά, σε στεφάνι πάνω απ’ την Αγιά, είναι το Μεγαλόβρυσο και η Ανατολή, και πιο χαμηλά, κοντά μας στα 2 περίπου χιλιόμετρα, περίπατος με τα πόδια και ο αγαπημένος μας σχολικός περίπατος, το Μεταξοχώρι και οι Νερόμυλοι. Οι οικισμοί της παραλίας είναι ο Αγιόκαμπος και η Σωτηρίτσα και κρεμασμένα στο μπαλκόνι του Αιγαίου η Μελιβοία/Αθανάτη και η Σκήτη. Η κυρίως παραλία έχει μήκος περίπου 12 χιλιόμετρα με νερά κρύα και καθαρά, Αιγαίο, και συνεχίζεται με μικρότερες πανέμορφες παραλίες και όρμους τόσο προς βορρά, μέχρι το Στόμιο/Τσάγεζι, όσο και νότια προς το Πήλιο, με το Κεραμίδι, το καταγάλανο Βένετο μέχρι που συναντά το βορειότερο χωριό του Πηλίου, το Πουρί. Στον οδικό άξονα προς τη Λάρισα πάλι βρίσκονται η Δήμητρα/Τσούξιανη, η Μαρμαρίνη και το Ελευθέριο/Καραλάρ, και σε διακλάδωση προς Βόλο η Πλασιά, η Αμυγδαλή/Κουκουράβα, το Καστρί, το Καλαμάκι και η ορεινή Έλαφος, τα λεγόμενα παρακάρλια χωριά, γιατί βρισκόταν στις όχθες ή κοντά στη λίμνη Κάρλα, τη Βοϊβηίδα, ένα μοναδικό σε πανίδα και χλωρίδα, πλούσιο σε ψάρια και πουλιά υδροβιότοπο, πριν αποξηρανθεί για να αποδοθεί στην καλλιέργεια, τέλη της δεκαετίας του ’50 (ολοκλήρωση αποξήρανσης 1962).

Αυτός είναι και ο χώρος που μας ενδιαφέρει για την εργασία μας. Τα όριά του εκτείνονται, καθώς ερχόμαστε από τη Λάρισα, από το Δώτιο πεδίο, την κοιλάδα ανάμεσα στον Κίσσαβο και το Μαυροβούνι μέχρι την παραλία που ανοίγεται στο Αιγαίο. Στη γλώσσα της αυτοδιοίκησης είναι η περιοχή τριών από τους τέσσερις δήμους που συναποτέλεσαν τον Καλλικρατικό Δήμο Αγιάς, δηλαδή οι τωρινές δημοτικές ενότητες Λακέρειας, Αγιάς και Μελιβοίας. Την περιοχή του πρώην δήμου Ευρυμενών – βόρεια παραλία μέχρι το Στόμιο και εσωτερικά ως την εθνική οδό – δεν μπορούσε να την καλύψει το σχολείο μας. 

Χειρόγραφος χάρτης του κ. Χάρη Τζίκα, από το ενημερωτικό φυλλάδιο “Στα μονοπάτια του Κίσσαβου”, Κ.Π.Ε. Κισσάβου – Μαυροβουνίου

Όσο για τα χρονικά όρια συμφωνήσαμε να κινηθούμε κυρίως μετά το 1881, έτος προσάρτησης της Θεσσαλίας στο Ελληνικό Κράτος. Βεβαίως δεν μπορούσαμε και δεν θέλαμε να αποφύγουμε αναφορές σε παλιότερες περιόδους. Η Θεσσαλία π.χ., αλλά και η συγκεκριμένη περιοχή κατοικείται από τη νεολιθική εποχή. Οι μαθητές από τα παρακάρλια χωριά το γνωρίζουν, ζουν δίπλα στις αρχαιολογικές θέσεις και καμαρώνουν γι’ αυτό. Οι αναφορές λοιπόν των παιδιών της ομάδας συχνά πηγαίνουν πολύ πριν το 1881, στην αρχαιότητα, τους ρωμαϊκούς και μεσαιωνικούς χρόνους, την τουρκοκρατία και νεότερη περίοδο.

Οι παλιότερες μνήμες σώζονται σε κτίσματα, ευρήματα, καλλιτεχνικές δημιουργίες και ονόματα. Κυρίως στα τοπωνύμια. Βενετσιάνικα, σλάβικα, τούρκικα, αρχαία ελληνικά, μας δίνουν τις πληροφορίες τους και την ιστορία του τόπου. Τα παιδιά έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για την προέλευση, την εξακρίβωση και τη σημασία τους. Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον νέο στοιχείο που προκύπτει από έρευνες, εργασίες και ανακοινώσεις είναι ότι στους ύστερους βυζαντινούς χρόνους και στη συνέχεια στην τουρκοκρατία άκμασε στην περιοχή ο μοναχισμός. Οι νότιες πλαγιές του Κισσάβου γέμισαν από μικρές μονές, σκήτες και κελλιά, ώστε αποκαλούνταν “κελλίων όρος”. Κάτι σαν το Άγιο Όρος σε μικρογραφία.

Ο θησαυρός της περιοχής απ’ την τουρκοκρατία και μετά φαίνεται να είναι το μετάξι. Οι Φιλιππίδης – Κωνσταντάς, στη “Νεωτερική Γεωγραφία” τους, πληροφορούν ότι και η Αγιά με τα χωριά της απολάμβαναν των ίδιων προνομίων με τα χωριά του Πηλίου και τα Αμπελάκια, πράγμα που ευνόησε τη σηροτροφία, τη βαφή του μεταξιού με το ριζάρι για κόκκινο χρώμα, και άλλες φυτικές χρωστικές για άλλα χρώματα, και την εμπορία του. Η κοιλάδα της Αγιάς με τα χωριά της, πριν εισαχθεί η καλλιέργεια μήλου, ήταν γεμάτη μουριές που με το φύλλωμά τους τρέφεται ο μεταξοσκώληκας, και τα παλιά σπίτια διέθεταν όροφο για την εκτροφή του και την επεξεργασία του κουκουλιού.

Γενικά, η περιοχή μας ανήκει στην ίδια παράδοση πολιτισμού καθώς και στη γεωγραφική ενότητα που εκτείνεται από την Πιερία μέχρι το Πήλιο. Τα προϊόντα, η επεξεργασία τους, τα φαγητά και ποτά, – χαρακτηριστικά οι πίτες και το τσίπουρο, κουμαρίσιο και συκίσιο – τα περίφημα γλυκά κουταλιού από τα τοπικά φρούτα και καρπούς, είναι κοινά. Συμπεριφορές και νοοτροπίες, αξίες και κώδικες, είναι κοινά.  Η φιλοξενία, η γενναιοδωρία, το γλέντι αλλά και ο “κοινωνικός έλεγχος” είναι κοινά. Το φυσικό τοπίο και τα ανθρώπινα δημιουργήματα, σπίτια, αρχοντικά, ναοί, ξυλόγλυπτα τέμπλα, πλακόστρωτες πλατείες με το μεγάλο πλάτανο στη μέση, πέτρινα γεφύρια και ανηφορικά καλντερίμια είναι ανάλογα. Η νοικοκυροσύνη και η αγάπη για τα άνθη.

Αρχοντικό Αλεξούλη, α΄μισό του 19ου αιώνα. Από το έντυπο “Χάρτης Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων Δήμου Αγιάς”, Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Αγιάς, 2009

Με την ένταξη στην ελληνική επικράτεια η κωμόπολη συνεχίζει να ακμάζει οικονομικά. Προσελκύει επιχειρηματίες, εμπόρους που εγκαθίστανται μόνιμα και κτίζουν τα αρχοντικά τους, άλλης αρχιτεκτονικής από τα παλιότερα παραδοσιακά, νεοκλασικά αυτά με στοιχεία φερμένα από τις περιοχές με τις οποίες διατηρούν εμπορικές σχέσεις. Αναδεικνύονται οι πρώτοι πολιτευτές, οι επιστήμονες και οι ευεργέτες. Η περιοχή δεν ταράζεται από τους αγώνες για αγροτική αποκατάσταση που συγκλονίζουν τη Θεσσαλία στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι νέοι παίρνουν μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Μετά το 1924, με την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαθίστανται στα πεδινά χωριά, κυρίως στον Αετόλοφο, πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη. Πολύ εργατικοί και προκομμένοι, φέρνουν τη δική τους παράδοση στην περιοχή.

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος στέλνει τους νέους της περιοχής στο Αλβανικό Μέτωπο, όπου πέφτουν και οι πρώτοι νεκροί. Με την παράδοση αρχίζει η Κατοχή και στην Αγιά εγκαθίστανται τμήματα της μεραρχίας Πινιερόλο που είχε στη διοίκησή της την Κεντρική Ελλάδα. Οι αξιωματικοί τους κατάγονται από αστικά κέντρα, οι στρατιώτες όμως είναι νέοι από το νότο. Η εκλεπτυσμένη και άνετη ζωή της περιοχής τους εντυπωσιάζει. Ο Τάκης Καρδάρας, οδοντίατρος και βουλευτής αργότερα της Ένωσης Κέντρου, γράφει στις “Μνήμες” του ότι αρκετοί Ιταλοί νέοι δέχτηκαν για πρώτη φορά στην Αγιά οδοντιατρική και άλλη ιατρική περίθαλψη. Αυτός όμως που θα δώσει το στίγμα της φασιστικής διοίκησης είναι ο διοικητής των καραμπινιέρων Αντονιέλο Γκρίφο. Βάζει στο στόχο του τα μέλη των αριστερών οργανώσεων της περιοχής και τους οδηγεί στο εκτελεστικό απόσπασμα. Παράλληλα η Αγιά χάνει αρκετούς επιστήμονες και στρατιωτικούς της, όταν το πλοίο που τους μεταφέρει ως ομήρους στην Ιταλία βομβαρδίζεται και βυθίζεται στα νερά της Αδριατικής. Ανταρτικές δυνάμεις αναπτύσσονται στα ορεινά χωριά, όπου κινούνται ελεύθερα και εντάσσονται στο 54ο Σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ. (έδρα Βόλος-Πήλιο). Με τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, τον Σεπτέμβριο του 1943, ολόκληρη η μεραρχία Πινιερόλο με τον οπλισμό της παραδίδεται στον Ε.Λ.Α.Σ. Κινδυνεύουν πλέον από τους Γερμανούς. Τα τμήματα της Αγιάς και της παραλίας τα συνοδεύουν τρεις Αγιώτες αντιστασιακοί, και μετά από περιπετειώδη διαδρομή μέσα από την Κάρλα τους οδηγούν στην Πύλη Τρικάλων, όπου ενώνονται με τα υπόλοιπα ιταλικά τμήματα και παραδίδονται στο Αρχηγείο του Ε.Λ.Α.Σ. στον Κόζιακα. Λίγοι προτιμούν να μείνουν στην περιοχή, μη ακολουθώντας τις μονάδες τους. Οι ντόπιοι τους κρύβουν μέχρι να βρουν το δρόμο της επιστροφής για την πατρίδα. Ένας εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Σκήτη, έκανε οικογένεια και πέθανε σε βαθιά γεράματα.

Η ιστορία εξελίσσεται όπως στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας. Η Κατοχή αφήνει την τοπική κοινωνία διχασμένη. Φουντώνει η αντιπαράθεση ανάλογα με τη στάση που κράτησε ο καθένας απέναντι στους κατακτητές, τη θέση του για το πολιτειακό, τις ιδεολογικές και πολιτικές ζυμώσεις της εποχής, τις προσδοκίες του. Τα πράγματα εξωθούνται από τη δράση των γνωστών παρακρατικών ομάδων της Θεσσαλίας, που δεν δρουν βέβαια μέσα στην κωμόπολη, αλλά τρομοκρατούν την ύπαιθρο. Διατυπώνονται αιτιάσεις ένθεν και ένθεν. Και η Αγιά μπαίνει στο χορό του Εμφυλίου. Ακόμη και σήμερα, διατηρούνται σε άριστη κατάσταση τα χαρακτηριστικά φυλάκια -τσιμεντένια κυλινδρικά κτίσματα, με ανοίγματα περιμετρικά για στόχευση και καλυμμένη με τοιχίο την είσοδο- της εποχής εκείνης. Δεσπόζουν στον πευκόφυτο λόφο πάνω απ’ την κωμόπολη, που οι ντόπιοι τον αποκαλούν “Πόλεμο”, στο λόφο που ελέγχει τη διασταύρωση Λάρισας – παρακαρλίων/Βόλου, στη θέση Αϊ-Νικόλας ο Φονιάς, αλλά μπορεί κανείς να τα δει και σε αυλές αγιώτικων σπιτιών, μάρτυρες της μάχης του Εθνικού και του Δημοκρατικού στρατού για τον έλεγχο της πόλης. Υπάρχουν θύματα και από τις δύο πλευρές, δολοφονίες, στρατοδικεία και εκτελέσεις που στοιχειώνουν ακόμη και σήμερα τις ζωές και τις σχέσεις ανθρώπων και οικογενειών, ιδίως των γεροντότερων. Αρκετοί αριστεροί, μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, καταφεύγουν στις πρώην Ανατολικές χώρες. Κάποιοι θα επιστρέψουν οι ίδιοι ή τα παιδιά τους, κάποιοι όχι.

Στις μετεμφυλιακές δεκαετίες η Αγιά και η περιοχή της προσπαθούν να συνέλθουν. Το μετάξι εξακολουθεί να παράγεται, έχει χάσει όμως την παλιά του οικονομική ισχύ. Οι κάτοικοι στηρίζονται στη γεωργική καλλιέργεια και την κτηνοτροφία. Δημιουργούνται μικρές βιοτεχνίες και οικογενειακές επιχειρήσεις, κεραμοποιεία και η υφαντουργεία της οικογένειας Παπαδημητρίου, που δημιουργούν αρκετές θέσεις εργασίας. Αρχές του 1950 ιδρύεται η Δασική Σχολή της Αγιάς, ένα ακόμη άνοιγμα για τη μικρή κοινωνία. Εντυπωσιακή στα επόμενα χρόνια είναι η ποιότητα της εκπαίδευσης, ο αριθμός των επιστημόνων και η καλλιέργεια, ιδίως των νέων της εποχής.

Δύο είναι οι σημαντικές εξελίξεις που θα χαρακτηρίσουν την οικονομική και την υπόλοιπη ζωή της περιοχής τις τελευταίες δεκαετίες. Στα τέλη του 1960 ξεκινά η παραγωγή του μήλου, σχεδόν ως μονοκαλλιέργειας. Τα μήλα της Αγιάς γίνονται γνωστά και περιζήτητα. Στην παραλία πάλι αλλάζει η αξία της γης. Καθώς αρχίζει η τουριστική ανάπτυξη, ότι κι’ αν σημαίνει αυτό, τα παραλιακά κτήματα, που είχαν πολύ μικρή αξία για τους καλλιεργητές ιδιοκτήτες τους, γίνονται σημαντικά περιουσιακά στοιχεία και αντικείμενο αγοραπωλησιών. Και τα δυο φέρνουν χρήμα που όμως δεν διοχετεύεται σε ανάλογη καλλιέργεια, ποιότητα δραστηριοτήτων και ενδιαφερόντων και προσφορά στην κοινότητα.

Τις δυο τελευταίες δεκαετίες, λόγω του αγροτικού της χαρακτήρα, η περιοχή προσέλκυσε οικονομικούς μετανάστες, κυρίως από τη γειτονική Αλβανία. Δουλεύουν ως εποχιακοί εργάτες στις καλλιέργειες του μήλου και του κερασιού και σε άλλες ευκαιριακές εργασίες. Κάποιοι επίσης είναι κτίστες και πετράδες και έμειναν καθώς η περιοχή πρόσφερε δουλειά, πιο πολύ στην παραλία και στα γύρω ορεινά χωριά, με ανέγερση παραθεριστικών κατοικιών ή αναπαλαίωση παλιών παραδοσιακών. Πολλοί εγκαταστάθηκαν μόνιμα με τις οικογένειές τους και εντάχθηκαν στην τοπική κοινωνία. Τα παιδιά τους φοιτούν στα σχολεία μας και αρκετά απ’ αυτά διακρίνονται για το ήθος και τις επιδόσεις τους. Μάλιστα συνεχίζουν με μεγάλη επιτυχία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κάποιοι στις “περιζήτητες σχολές”.

Με την παρούσα οικονομική ύφεση και στους οικονομικούς μετανάστες παρατηρείται κινητικότητα. Μετακινούνται ευκολότερα όπου βρίσκουν μεροκάματο και μερικοί βλέπουν πια με σκεπτικισμό το μέλλον των ίδιων και των παιδιών τους στην Ελλάδα. Απ’ την άλλη διακρίνεται η τάση να επιστρέφουν στον τόπο καταγωγής τους Αγιώτες ή να επιλέγουν την Αγιά ως τόπο εγκατάστασης νέοι άνθρωποι, νέοι οικογενειάρχες που πιστεύουν ότι εδώ θα τα βγάλουν πέρα ευκολότερα.

Το σχολείο μας, όπως και πολλά επαρχιακά σχολεία, υποδέχεται παιδιά απ’ όλη σχεδόν την επαρχία, που περίπου ταυτίζεται με το σημερινό Δήμο. Η ομάδα των μαθητών μας, που πήραν μέρος στο πρόγραμμα, κατάγονται και ζουν σε διάφορα χωριά της περιοχής. Όταν λοιπόν φτάσαμε στον ορισμό των ομάδων εργασίας και τον καθορισμό του αντικειμένου τους, τα παιδιά διάλεξαν να δουλέψουν μαζί με τους/τις συγχωριανούς/ές τους και θέλησαν να μιλήσουν και να αποτυπώσουν υλικό για τον τόπο τους. Οι ομάδες λοιπόν σχηματίστηκαν από μόνες τους και οι υπεύθυνοι δεχτήκαμε την πρωτοβουλία των μαθητών. Ας πούμε ότι επικράτησε ένα κλίμα “υγιούς τοπικισμού”. Ο καθένας ήθελε να μιλήσει για το χωριό του χωρίς όμως να ανταγωνίζεται την άλλη ομάδα ή τους υπόλοιπους της δικής του. Αντίθετα, μοίρασαν ρόλους και αντικείμενα και συμπλήρωσαν ο ένας τον άλλο. Ο καθένας δούλεψε όπως μπορούσε. Έτσι σχηματίστηκε το “ψηφιδωτό” της περιοχής.

Τα ενδιαφέροντά τους είναι ποικίλα. Θεώρησαν άξιο να καταγραφεί, με λόγο ή οπτικά και ηχητικά, όποιο υλικό απομεινάρι του παρελθόντος, είτε είναι ένα νεολιθικό κτίσμα είτε μια εκκλησία της τουρκοκρατίας, είτε κάποια έγγραφα. Ενδιαφέρθηκαν να μάθουν ή ήξεραν ήδη για τις ρίζες του χωριού τους και την προέλευση του ονόματός του. Αντιλήφθηκαν τη σχέση του τοπίου, των φυσικών χαρακτηριστικών του τόπου τους με τις ανθρώπινες δραστηριότητες και την οικονομία. Έτσι τόνισαν τη φυσική ομορφιά των χωριών που έχουν τουριστικό ενδιαφέρον, το ορεινά παραδοσιακά, Μεταξοχώρι και Μεγαλόβρυσο και προς την παραλία τον Αγιόκαμπο, τη Μελιβοία, τη Σωτηρίτσα και τη Σκήτη. Έδειξαν τον αγροτικό χαρακτήρα των χωριών της κοιλάδας, της Ποταμιάς, της Ανάβρας, του Αετόλοφου και του Γερακαρίου. Θέλησαν να παρουσιάσουν τους ανθρώπους, τις τοπικές κοινωνίες αλλά και μεμονωμένους, ανθρώπους σημαντικούς για τις κοινωνίες αυτές ή και επώνυμους που ζουν στην περιοχή μας. Μέσα απ’ την υλοποίηση του προγράμματος κατανόησαν ότι ιστορία δεν είναι μόνο το “λαμπρό” γεγονός αλλά και η καθημερινότητα, ο πολιτισμός του κάθε τόπου, και υποκείμενά της δεν είναι μόνο οι επώνυμοι, αλλά οι κοινωνίες. Το ότι έφτασαν “ανεπαισθήτως” σ’ αυτή τη θεώρηση το θεωρούμε μεγάλο κέρδος.

Εκείνο με το οποίο δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα είναι η Κατοχή και ο Εμφύλιος. Περνά στιγμιαία σε αναφορές τους, χωρίς όμως να γίνει αντικείμενο της έρευνάς τους, παρ’ όλο που κάποιοι προέρχονται από οικογένειες με αντιστασιακή δράση και θύματα. Αδυναμία σύνδεσης με το πρόσφατο παρελθόν; Σκόπιμη παράκαμψή του που ίσως απηχεί τη στάση των οικογενειών και της τοπικής κοινωνίας να το αφήσουν πλάι; Όπως και να ‘ναι, σεβαστό.

Στην προσπάθειά τους αυτή αντιμετώπισαν δυσκολίες. Πρώτα τον περιορισμένο χρόνο. Έπειτα την τεχνολογία. Το εργαλείο που μας προσφέρθηκε μας διευκόλυνε και μας δυσκόλεψε συγχρόνως, γιατί στην περιοχή μας δεν υπάρχει επαρκής σύνδεση με το διαδίκτυο – ένα στοιχείο της σύγχρονης ιστορίας μας κι’ αυτό!, καθώς τα πάντα είναι ιστορία. Βρήκαν όμως και βοηθούς και συμπαραστάτες που με τις παρεμβάσεις, τις γνώσεις και τις υποδείξεις τους τους  έβγαλαν από τις δυσκολίες και τους έδωσαν ιδέες. Είναι η ώρα, λοιπόν, και η θέση να ευχαριστήσουμε την κ. Κατερίνα Παπαδοπούλου, υπεύθυνη των Γ.Α.Κ.  Αγιάς, που πρόσφερε γνώσεις, κατευθύνσεις αλλά και κείμενά της στους μαθητές της ομάδας, τους συναδέλφους του Κ.Π.Ε. Κισσάβου – Μαυροβουνίου, και ιδιαίτερα τον κ. Ηλία Λούκα, που έδειξε με το πρόγραμμά του στα παιδιά πώς από τα σημάδια του τόπου να αντλούν πληροφορίες για την ιστορία του. Τον Αρχιερατικό Επίτροπο της Μητροπόλεως Δημητριάδος π. Νεκτάριο Δρόσο, μελετητή της τοπικής ιστορίας. Ευχαριστούμε όλους τους συντοπίτες και συντοπίτισσες που δέχτηκαν να προσφέρουν συνεντεύξεις, φωτογραφίες, ή ότι άλλο και να πάρουν μέρος στο πρόγραμμά μας. Τέλος, θερμές ευχαριστίες στο Ι.Μ.Ε. που μας έδωσε την ευκαιρία να πάρουμε μέρος σ’ ένα ξεχωριστό πρόγραμμα, τόσο ως προς το περιεχόμενό του, όσο και  τα μέσα υλοποίησής του.